Ο όρος δυσπραξία αφορά την δυσχέρεια του παιδιού ή του ενήλικου ατόμου είτε να σκεφτεί, είτε να σχεδιάσει, είτε να πραγματοποιήσει αισθητηριακές/ κινητικές δραστηριότητες. Ονομάζεται και «σύνδρομο αδεξιότητας».
Ένα άτομο που έχει δυσπραξία μπορεί να εμφανίζει τα εξής συμπτώματα:
- Δυσκολεύεται στον συντονισμό των λεπτών κινητικών λειτουργιών, όπως για παράδειγμα του είναι δύσκολο ή αδύνατο ακόμη να δέσει τα κορδόνια του ή να κουμπώσει τα κουμπιά των ρούχων του ή να ράψει ή ακόμη και να μαγειρέψει.
- Έχει δυσκολίες όσον αφορά την ισορροπία και τον συντονισμό μεγαλύτερων κινητικών δεξιοτήτων με αποτέλεσμα π.χ. να δυσκολεύεται να οδηγήσει ποδήλατο ή να πιάσει μία μπάλα.
- Είναι εξαιρετικά αδέξιος και δυσκολεύεται να περπατάει στην ευθεία.
- Παθαίνει εύκολα ατυχήματα και συχνά σπάει, γλιστράει, σκοντάφτει ή πέφτει επάνω σε πράγματα.
- Έχει ζαλάδα, αστάθεια ή ανισορροπία όταν περπατάει, τα οποία είναι πιθανό να συνοδεύονται από ίλιγγο ή και ναυτία.
- Εμφανίζει διαταραχή στην πλευρίωση (αίσθηση του δεξιά και αριστερά) πιο αναλυτικά αντιμετωπίζει δυσκολία στο να ξεχωρίσει το δεξιά από το αριστερά και δυσκολεύεται να περάσει την κεντρική γραμμή του σώματός του με το πόδι ή το χέρι.
Έρευνες έχουν δείξει ότι η δυσπραξία συνοδεύεται συχνά από δυσλεξία, διάσπαση προσοχής, δυσγραφία ή προβλήματα στα μαθηματικά.
Ευρήματα δείχνουν, ότι η δυσπραξία παρουσιάζεται στην περίπτωση που ο φυσικός προσανατολισμός ενός ατόμου βρίσκεται σε ένα πολύ δυσμενές σημείο. Δηλαδή κάπου μπροστά από το σώμα και κάτω από την γραμμή της όρασης. Ο συγκεκριμένος προσανατολισμός έχει ως αποτέλεσμα την μικτή ημισφαιριακή κυριαρχία του εγκεφάλου που οδηγεί στο θέμα της πλευρίωσης που ανάφερα παραπάνω.
Το γεγονός ότι κατά την δυσπραξία το άτομο δυσκολεύεται να περάσει την κεντρική γραμμή του σώματός του, δεν επιτρέπει επίσης και στα μάτια του να ανιχνεύσουν τα ερεθίσματα πέραν της κεντρικής γραμμής, συνεπώς, είναι δυνατόν να δημιουργείται έτσι πρόβλημα και στην αντίληψη. Για το άτομο αυτό ο μισός κόσμος έχει διακοπεί, ο μισός κόσμος δεν υπάρχει δηλαδή. Για τον λόγο αυτό υπάρχουν περιπτώσεις που ο δυσπραξικός όταν μιλάει δεν κοιτάζει τον συνομιλητή του κατάματα ή αν το κάνει το ένα μάτι συνήθως να παρεκκλίνει σε διαφορετική κατεύθυνση. Το συγκεκριμένο πρόβλημα δεν επηρεάζει μόνο την οπτική αντίληψη. Επηρεάζει και διαστρεβλώνει επιπλέον και την ακουστική αντίληψη. Συμβαίνει λοιπόν ο δυσπραξικός να ακούει τους ήχους αλλοιωμένους , πολύ δυνατούς ή χαμηλούς ή να τους ακούει να έρχονται από λάθος μέρος. Έτσι εξηγείται το γεγονός ότι το πρόβλημα αυτό συχνά αντιμετωπίζεται σαν μια ακουστική δυσλειτουργία.
Θέλω να σημειώσω ότι η δυσπραξία μπορεί να επηρεάσει και τον προφορικό λόγο.Σε αυτή την περίπτωση έχουμε να κάνουμε με την λεγόμενη λεκτική δυσπραξία.Ένα άτομο με λεκτική δυσπραξία μπορεί να δυσκολεύεται στο να συντονίζει τον προφορικό του λόγο, με αποτέλεσμα να τραυλίζει ή να έχει αλλοιωμένη ομιλία. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι ο εγκέφαλος του δεν στέλνει τα σωστά σήματα στους μύες για να παράγουν την ομιλία. Αυτού του είδους η δυσπραξία μπορεί να προκαλέσει μεγάλη απογοήτευση διότι το άτομο γνωρίζει μέσα στο μυαλό του τι θέλει να πει αλλά οι ήχοι δεν βγαίνουν από το στόμα του σωστά όταν προσπαθεί να τους αρθρώσει. Το παραπάνω διαφέρει εντελώς από τα προβλήματα ανάκλησης των σωστών λέξεων που συχνά εμφανίζονται σε περιπτώσεις δυσλεξίας. Όταν δηλαδή το παιδί γνωρίζει τί θέλει να πει αλλά δεν μπορεί να σκεφτεί την σωστή λέξη. Με την δυσπραξία, το άτομο έχει την κατάλληλη λέξη στο μυαλό του αλλά τα χείλη και η γλώσσα δεν μπορούν να λειτουργήσουν σωστά και να συνεργαστούν κατάλληλα ώστε να εκφραστεί αυτή η λέξη.
Το 2008, o Radcliffe αποκάλυψε ότι πάσχει από δυσπραξία. Η διαταραχή κινητικών δεξιοτήτων εκδηλώνεται μερικές φορές τόσο άσχημα, που έχει πρόβλημα στο να κάνει απλές δραστηριότητες, όπως το γράψιμο ή το να δέσει τα κορδόνια του. Παρ’ όλ’ αυτά η διαταραχή αυτή δεν τον εμπόδισε από το να λάμψει και μάλιστα πολύ σύντομα.
Ντάνιελ Ράντκλιφ // Ηθοποιός – Χάρι Πότερ